Ποινικές διώξεις εναντίον 50 εισπρακτικών εταιρειών

‘Ένα βήμα πριν την ολοκλήρωση της έρευνας και – πιθανότατα – την άσκηση διώξεων εναντίον τουλάχιστον 50 εισπρακτικών εταιρειών που καταγγέλθηκαν για αθέμιτες πρακτικές, βρίσκεται η εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας. Ο εισαγγελέας Γιώργος Πέτρος ολοκλήρωσε, σύμφωνα με το lykavitos.gr τον κύκλο των εξηγήσεων για τις οποίες είχε καλέσει τους εκπροσώπους των εταιρειών και πλέον να μπει στη διαδικασία της σύνταξης πορίσματος το οποίο θα υποβάλλει στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας, Ηλ. Ζαγοραίο. Σύμφωνα με πληροφορίες οι ύποπτοι αρνήθηκαν κάθε έκνομη πράξη και επανέλαβαν πως τα καθήκοντα τους αφορούν  τηλεφωνική ενημέρωση των οφειλετών και μόνον, χωρίς αντιδεοντολογικές ενέργειες ή κλήσεις.

Οι εταιρείες ερευνώνται για :

-Εκβίαση

-Παραβίαση του ν. περί προσωπικών δεδομένων

-Παράνομη βία

-Ξέπλυμα βρώμικου χρήματος

Σύμφωνα με πληροφορίες πάντως δεν έχει σταλεί ακόμα στον εισαγγελέα – παρά τα σχετικά αιτήματα – σημαντικό υλικό από δικηγορικούς συλλόγους, που αφορά δραστηριότητες δικηγορικών εταιρειών που επίσης έχουν καταγγελθεί. Κι όλα αυτά ενώ Καταγγελίες πέραν από πολίτες και τον συνήγορο καταναλωτή έχει κάνει ο ΔΣΑ, και μάλιστα η έρευνα ξεκίνησε μετά από αναφορά του Δικηγορικού Συλλόγου, πριν από επτά χρόνια.

Σύμφωνα με τις καταγγελίες δεν τηρείται :

-Η 10ημερη προθεσμία από την  ημέρα που μια οφειλή έγινε ληξιπρόθεσμη

-Το ωράριο τηλεφωνημάτων από 9 το πρωί – 8 το βράδυ

-Η απαγόρευση ενημέρωσης τρίτου

-Η απαγόρευση τηλεφωνημάτων σε επαγγελματικό χώρο

Παράλληλα διατηρείται ηλεκτρονικό αρχείο το οποίο μπορεί να ζητήσει ο οφειλέτης για να στραφεί εναντίον των εταιρειών με καταγγελία, ενώ είναι παράνομο οι εισπρακτικές εταιρείες, αφού καταγράφουν τις συνομιλίες με τους οφειλέτες, στη συνέχεια  να συντάσσουν «πρακτικά», τα οποία εμφανίζουν ως απόδειξη νέας συμφωνίας για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμης οφειλής!

Ξέπλυμα

Τα στελέχη των εισπρακτικών εταιρειών, κληθήκαν από την Εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας, για να δώσουν εξηγήσεις με την ιδιότητα του υπόπτου για αδικήματα κακουργηματικής μορφής, μεταξύ των οποίων και η νομιμοποίηση προϊόντων από εγκληματικές ενέργειες («ξέπλυμα»). Χρηματικά ποσά που βρέθηκαν σε λογαριασμούς προσώπων τα οποία εμπλέκονται με τις υπό διερεύνηση εισπρακτικές εταιρείες έδωσαν στις δικαστικές αρχές το έναυσμα που αναζητούσαν για να τα συνδέσουν με τις παράνομες πρακτικές των εισπρακτικών εταιρειών, καθώς θεωρούνται εγκληματικό προϊόν! Είναι η πρώτη φορά που η Δικαιοσύνη κινητοποιείται συνολικά εναντίον των εισπρακτικών εταιρειών, καθώς μέχρι τώρα υπήρχαν μεμονωμένα περιστατικά, όπως μια περίπτωση στην οποία υπάλληλοι εισπρακτικής εταιρείας απαιτούσαν την καταβολή οφειλών από πολίτες μετερχόμενοι μεθόδους απειλητικές και εκβιαστικές, γεγονός που είχε αποτέλεσμα να ασκηθεί κακουργηματική ποινική δίωξη εναντίον τους και η υπόθεση να καταλήξει στον ανακριτή.

Η αρχή προστασίας

Προσφάτως πάντως η Αρχή προστασίας προσωπικών δεδομένων (απόφαση 53/2016) αποφάσισε ότι η ενημέρωση των τρίτων – μη οφειλετών για την καταγραφή των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων της εισπρακτικής εταιρείας με αυτούς «στο πλαίσιο αναζήτησης των οφειλετών, θα γίνεται, όχι κατά την έναρξη της τηλεφωνικής συνομιλίας αλλά δια του Τύπου». Εν ολίγοις η ενημέρωση θα γίνεται από την εταιρεία με μια γενική ανακοίνωση στον Τύπο (εφημερίδες) και δεν θα ανακοινώνεται στους οφειλέτες. Πάντως, δυο μέλη της Αρχής υποστήριξαν ότι πρέπει να απορριφθεί το αίτημα της εισπρακτικής εταιρείας αναφορικά με την υποχρέωση ενημέρωσης των τρίτων – μη οφειλετών για την καταγραφή, καθώς «δεν αρκεί η ενημέρωση τους δια του Τύπου». Σύμφωνα με τη μειοψηφία «κρίνεται κατά νόμο απαραίτητη η εξατομικευμένη πλήρης ενημέρωση του υποκειμένου τόσο για το γεγονός της καταγραφής της τηλεφωνικής επικοινωνίας, στην οποία αυτό συμμετέχει, όσο και για την ιδιότητα του καλούντος (εταιρεία ενημέρωσης ή δανειστής) και για τα λοιπά στοιχεία που προβλέπονται στο ν. 3758/2009, ήδη κατά την έναρξη του τηλεφωνήματος». Η Αρχή αναφέρει ότι σύμφωνα με τη νομοθεσία και με σκοπό τον έλεγχο της δραστηριότητας των εισπρακτικών εταιρειών από τη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή (ΓΓΕΠΚ), υπάρχει υποχρέωση να καταγράφονται όλες ανεξαιρέτως οι τηλεφωνικές κλήσεις προς τους καλούμενους οφειλέτες, ανεξάρτητα από το ποιος απαντά την κλήση, δηλαδή ο οφειλέτης ή τρίτο πρόσωπο.                                                                                                                               Παράλληλα η Αρχή αναφέρει ότι η τηλεφωνική επικοινωνία από την πλευρά των εισπρακτικών εταιρειών πρέπει «να περιορίζεται αυστηρά στην αναζήτηση του οφειλέτη και μέχρι να επιτευχθεί συνομιλία με τον οφειλέτη να μην αποκαλύπτονται από τις εισπρακτικές εταιρείες σε τρίτους περισσότερα στοιχεία που να θίγουν τον οφειλέτη».

Υποχρέωση

Εξάλλου, σύμφωνα με την Αρχή «οι εισπρακτικές εταιρείες έχουν υποχρέωση να διαθέτουν εμφανή τον αριθμό προέλευσης της κλήσης και όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του Συνδέσμου Εταιρειών Ενημέρωσης και Διαπραγμάτευσης Απαιτήσεων (ΕΣΕΔΑ), να είναι καταχωρημένες στους δημόσιους καταλόγους συνδρομητών, οπότε ο καλούμενος σε κάθε περίπτωση να μπορεί, και πρέπει να μπορεί, με δική του αναζήτηση να πληροφορεί ποιος τον κάλεσε». Εξάλλου, η Αρχή επισημαίνει ότι η νομοθεσία «ρητώς επιβάλλει την πλήρη και σαφή ενημέρωση του οφειλέτη (και όχι τρίτου) για τα στοιχεία του καλούντος, την καταγραφή των στοιχειών και του περιεχομένου της συνομιλίας, το σκοπό της καταγραφής, το χρόνο τήρησης των ανωτέρω, καθώς και το σκοπό της επικοινωνίας (την αναλυτική ενημέρωση του οφειλέτη για ληξιπρόθεσμη οφειλή του)».                                                                                                  Παράλληλα, η νομοθεσία «προβλέπει την απαγόρευση όχλησης ή δυσφήμισης του οφειλέτη στους οικείους του και την προστασία του απορρήτου των προσωπικών δεδομένων του οφειλέτη και τη μη αποκάλυψη τους (π.χ. της ύπαρξης ληξιπρόθεσμης οφειλής του) σε τρίτους». Σε άλλο σημείο της απόφασης της η Αρχή αναφέρει ότι «η ανακοίνωση σε τρίτο – μη οφειλέτη του συνόλου των στοιχείων που επιβάλει ο ν. 3758/2009 για την ενημέρωση του οφειλέτη δεν είναι νόμιμη». Υπενθυμίζεται ότι η νομοθεσία προβλέπει  ότι οι εισπρακτικές εταιρείες δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν το περιεχόμενο της καταγραφής σε βάρος του οφειλέτη, δικαστικά ή εξωδίκως, και ότι το περιεχόμενο της καταγραφής διατηρείται από τις εισπρακτικές εταιρείες υποχρεωτικά για ένα έτος από την πραγματοποίηση της επικοινωνίας.

Το παραπάνω κείμενο είναι απόσπασμα από την εφημερίδα ” ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ” του Πειραιά                             (Πέμπτη 15/12/16).